Η αντοχή της μνήμης στο χρόνο

Σκίτσο του Ανδρέα Πετρουλάκη

Του Γιώργου Πανταγιά

«Η μνήμη τους είναι το πόδι που νοσταλγεί ο ανάπηρος», στίχοι από το ποίημα  «Σκυφτοί περάσανε», του σπουδαίου Μανώλη Αναγνωστάκη. Άτοπες μνήμες, άκυρες νοσταλγίες. Η πραγματικότητα δεν ανασκευάζεται. Τα γεγονότα δεν διαστρεβλώνονται. Οι ψευδείς συνειδήσεις δεν αντέχουν στο χρόνο. Άλλωστε  μνήμη δεν υπάρχει δίχως επίγνωση. Αλλά και το αντίστροφο επίγνωση αποκτούμε επειδή έχουμε μνήμη. Η νοσταλγία είναι χρήσιμη για την κατασκευή μυθοπλασιών. Άχρηστη όμως για την ανίχνευση της αλήθειας.

Υποτιμώντας τη νοημοσύνη μας, κάποιοι νόμισαν ότι μπορούν να ξαναγράψουν την πρόσφατη ιστορία του τόπου.   Δεν καταπάτησαν μόνο  αυτονόητες παραδοχές. Το προκλητικότερο είναι, πως σήμερα εμφανίζουν τον εαυτό τους ως σωτήρα της χώρας και των πολιτών.

Οι υπαίτιοι της χρεωκοπίας, έπειτα από πολύχρονη σιωπή επιχείρησαν να  αποποιηθούν τις τεράστιες  ευθύνες τους, για το πρωτοφανές ναυάγιο του εκτροχιασμού της ελληνικής οικονομίας καθώς και τις συνακόλουθες  συνέπειες του. Εκμεταλλευόμενοι την επέτειο του παρανοϊκού και κινδυνώδους δημοψηφίσματος του 2015, προσπάθησαν να διαγράψουν το έγκλημα που διέπραξαν.

Μένοντας χρόνια τώρα αλώβητοι, οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί της χρεωκοπίας, πίστεψαν  ότι μπορούν να προσπεράσουν τα όσα διαδραματίστηκαν στην περίοδο της διακυβέρνησής τους, μετακυλώντας τις ανυπολόγιστες  ευθύνες τους στους μετέπειτα διαχειριστές της κρίσης. Αποσιωπούν τα όσα τραγικά συνέβησαν κατά το χρονικό διάστημα 2007-2009 από τη νεοκαραμανλική κυβέρνηση. Αποφεύγουν να μιλήσουν γι’ αυτή, όπως αποφεύγει ο διάβολος το λιβάνι.

Το αποτύπωμα του δημοσιονομικού εκτροχιασμού, δεν διαγράφεται ούτε εξοβελίζεται.  Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Στο τέλος του 2008 το έλλειμα της κυβέρνησης ήταν -9,8%, ενώ το 2003 είχε περιοριστεί στο -5,52% από το -6,31 % που ήταν το 1996, όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Κώστας Σημίτης.  Το δε 2009 έπειτα από 10 μήνες διακυβέρνησης του Κ. Καραμανλή και δύο μήνες του Γ. Παπανδρέου, το έλλειμα εκτινάχθηκε στο -15,25% του ΑΕΠ.

Και κάτι άλλο εξίσου σημαντικό. Το δημόσιο χρέος από το 93,28 δισ ευρώ που ήταν το 1996, το 2010 έφτασε στα  146,01 δισ ευρώ. Την επίμαχη περίοδο 2009-2010 αυξήθηκε κατά 20 δισ. Μια ανήκουστη εξέλιξη, όπως την χαρακτήρισαν έγκριτοι οικονομικοί αναλυτές εντός και εκτός Ελλάδας.

Επιπροσθέτως ο μέσος καθαρός δανεισμός της χώρας 1996-2003 ήταν 10,133 δισ ενώ την περίοδο διακυβέρνησης της Ν.Δ 2004-2009 ανήλθε στο 22,103 δισ. Με άλλα λόγια υπερέβη ακόμη και το διπλάσιο. Βέβαια το συναγερμό βάρεσε η αλματώδης αύξηση των ελληνικών σπρεντ.  Έτσι από τις 20 μονάδες βάσης που ήταν στο τέλος του 2003, το Δεκέμβριο του 2008 ανέβηκαν στις 210.

Οι δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις της νεοκαραμανλικής  διακυβέρνησης,  ήταν αυτές που ώθησαν τον Κώστα Σημίτη, μιλώντας από το βήμα της Βουλής το 2008 κατά τη συζήτηση για τον προϋπολογισμό,  να στηλιτεύσει την αμεριμνησία των κυβερνώντων δηλώνοντας ευθέως ότι η χώρα κινδυνεύει να βρεθεί σε καθεστώς  εποπτείας από το ΔΝΤ. Στο καθαρό και ευθύβολο αυτό μήνυμα του πρώην Πρωθυπουργού, η κυβερνητική παράταξη έφτασε στο σημείο να τον αποκαλέσει προβοκάτορα, τα δε κόμματα της αντιπολίτευσης θεώρησαν τον κώδωνα του κινδύνου ως υπερβολική και εξωτική ανησυχία.

Πάντως εύλογο ήταν οι  δυσοίωνες συνθήκες στις οποίες περιήλθε η χώρα, εξαιτίας των φαύλων και αλόγιστων πολιτικών, να βρεθούν στο επίκεντρο των ευρωπαίων εταίρων μας και όχι μόνο. Το τι ακολούθησε είναι γνωστό. Οι κρίσεις και οι αξιολογήσεις ποικίλλουν. Εντούτοις η πραγματικότητα που βιώσαμε από τη στιγμή που μας έζωσαν τα φίδια της χρεοκοπίας, δεν αλλοιώνεται. Ούτε διαγράφεται. Και πολύ περισσότερο δεν προσαρμόζεται στις σκοπιμότητες και στις ανομολόγητες επιδιώξεις, όλων εκείνων που στον ένα ή στον άλλο βαθμό είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο ελληνικό δράμα.

Οι πάντες γνώριζαν το μέγεθος και το βάθος της κρίσης που συγκλόνισε τον τόπο και είχε τεράστιο τίμημα για την ελληνική οικονομία και την ευημερία των πολιτών. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, οι αποσιωπήσεις και οι διαστρεβλώσεις των πραγματικών γεγονότων εκθέτουν ανεπανόρθωτα εκείνους που τις επιχειρούν. Αν και αφορούν το παρελθόν, το σίγουρο είναι πως  καθορίζουν  τον παρόντα χρόνο αλλά και διαμορφώνουν  το μέλλοντα.

Κατά την πρόσφατη επίσκεψη της στην Ελλάδα, η Άγκελα Μέρκελ εσκεμμένα απέφυγε να σταθεί στα γεγονότα εκείνα που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία, μολονότι γνώριζε όλες τις παραμέτρους της.  Δεν ήθελε να εκθέσει τους υπεύθυνους της κρίσης. Απλώς περιορίστηκε στους διαχειριστές της. Η αμέριμνη και ανεύθυνη διακυβέρνηση Καραμανλή, βρέθηκε εκτός του κάδρου.

Την ίδια στιγμή ο πρώην πρωθυπουργός, σπάζοντας την πολύχρονη σιωπή του, εμφανίζεται ανήσυχος επειδή θεωρεί ότι  η Ελλάδα κινδυνεύει να βρεθεί όμηρος των τουρκικών βλέψεων. Με συνοδοιπόρο τον Αντώνη Σαμαρά, των άλλοτε αντιμνημονιακών Ζαππείων,  δεν αναθερμαίνουν μόνο τον εθνολαϊκισμό τους, υποδυόμενοι τους εθνικούς σωτήρες αλλά  εκφράζουν και φιλορωσικές  προσεγγίσεις. Μάλιστα  ο φωστήρας του νεοκαραμανλισμού Προκόπης Παυλόπουλος, που ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπηρέτησε με συνέπεια τις ανερμάτιστες πολιτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, δίχως την παραμικρή αναστολή διεκδικεί σήμερα το ρόλο του καταλύτη για την αποφυγή της επιστροφής της χώρας  στη δραχμή.

Με τη μέθοδο του εξοβελισμού της χρεοκοπίας, οι ιθύνοντες του κυβερνώντος κόμματος, με πρώτο τον Κυριάκο Μητσοτάκη, επιχειρούν  να αποτινάξουν από πάνω τους τις τεράστιες ευθύνες της παράταξής τους.  Κάνοντας  άλμα στο χρόνο, εστιάζουν στην περιπέτεια του 2015, με αφορμή και την επέτειο του δημοψηφίσματος. Τότε που οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, έπαιξαν κορώνα γράμματα τη συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή  Ένωση.

Αναμφίβολα ο Αλέξης Τσίπρας , ευθύνεται για την ανάρμοστη αυτή επιλογή του. Ο πρώην Πρωθυπουργός, όποια επιχειρήματα και αν επικαλείται, η σκληρή πραγματικότητα παραμένει αμείλικτη. Άλλωστε ο ίδιος δυσκολεύτηκε να απεξαρτηθεί από το στρατήγημα, τα μνημόνια έφεραν την κρίση και όχι η κρίση τα μνημόνια.

Πάντως όποια και αν είναι η θεώρηση της ουσιαστικής χρεοκοπίας, της περιόδου 2007-2009, το βέβαιο είναι ότι καμμιά προπαγάνδα δεν ακυρώνει τα πραγματικά γεγονότα, που παραμένουν μια περασμένη αλλά ταυτόχρονα επίκαιρη αφήγηση. Εξάλλου οι μνήμες ακόμη και αν αδυνατούν, δεν εκριζώνονται.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *