Μια ακτινογραφία προεκλογικής παραζάλης

Του Γιώργου Πανταγιά

«Πίσω από την κάλπη την εκλογική, μας κοιτάει ο χάρος και του τρέχουνε τα σάλια», αυτοσχεδίαζε με έντονη σκωπτική διάθεση ο Διονύσης Σαββόπουλος πριν καιρό, τραγουδώντας το διαχρονικό «Σαν τον  Καραγκιόζη». Ο σπουδαίος τραγουδοποιός θέλοντας να διακωμωδήσει τα ευτράπελα, που συνήθως συμβαίνουν πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση, πρόσθεσε νέους στίχους στο αγαπημένο τραγούδι, δίνοντας έτσι τη δική του κριτική ματιά.

Η τωρινή πολιτική πραγματικότητα καθιστά εξαιρετικά επίκαιρο, τον ευρηματικό του αυτοσχεδιασμό. Και αυτό γιατί, η μάχη για την εξουσία είναι ανελέητη. Αρχές και αξίες εγκαταλείπονται. Ουσιαστικά κυριαρχούν ο κυνισμός και ο δόλος, η αντιπαλότητα και η εχθροπάθεια, οι κραυγές και οι ψίθυροι. Ο πολιτισμός της πολιτικής εξοβελίζεται, αφήνοντας ζωτικό χώρο στις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης, της συντήρησης και του λαϊκισμού. Και το σημαντικότερο όπως φαίνεται, να επικρατεί η αντίληψη, ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.

Τα ζωτικά προβλήματα της χώρας και της οικονομίας, επισκιάζονται από το δοξαστικό λόγο των κυβερνώντων και τον καταγγελτικό των αντιπολιτευόμενων. Εξ ου και καταφεύγουν σε άγονες πολιτικές αντιπαραθέσεις, έχοντας το βλέμμα τους σταθερά στραμμένο στην κάλπη των  εκλογών. Βέβαια την ένταση, εκτόξευσε στα ύψη η αποκάλυψη της κρατικής παρακολούθησης των τηλεφωνικών επικοινωνιών του Νίκου Ανδρουλάκη. Γεγονός που δεν μπορεί να αποσιωπηθεί  και πολύ περισσότερο να υποβαθμιστεί η πραγματική του διάσταση και σημασία.

Η κυβερνητική διαχείριση των υποκλοπών, εις βάρος του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, αντί να φωτίσει μια ανεπίτρεπτη ενέργεια, την περιέπλεξε  με τα όσα αντιφατικά υποστήριξε, κρυπτόμενη μάλιστα πίσω από την επίκληση του απόρρητου. Έτσι όμως επέτεινε περαιτέρω τα αναπάντητα ερωτηματικά, τις εύλογες καχυποψίες και τις αυτονόητες ενστάσεις  της ευρύτερης κοινής γνώμης.

Οι ανεπιθύμητες παρενέργειες της συγκεκριμένης υπόθεσης, δεν προσμετρώνται άμεσα στις τρέχουσες δημοσκοπήσεις. Ωστόσο είναι υπαρκτές και επιβαρύνουν σημαντικά το πολιτικό κλίμα, υποσκάπτοντας την αξιοπιστία του κυβερνώντος κόμματος. Πάντως το σίγουρο είναι ότι θα βρεθούν στο επίκεντρο μιας παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου, επηρεάζοντας σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις και τους προσανατολισμούς των πολιτικών πρωταγωνιστών.

Οι δυσώδεις δε αποκαλύψεις των τελευταίων ημερών,  οι οποίες εμφανίζεται να συνδέονται, με τα κακόβουλα λογισμικά, ιδιωτικά ή μη, δημιουργούν εικόνα βάλτου στη δημόσια ζωή. Και το κυριότερο ενισχύουν την κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντι στους θεσμούς και στους εκπροσώπους τους.

Τα πολιτικά επιτελεία αγωνιούν για την αποδοχή και τη στήριξη των κομμάτων τους, δείχνουν όμως να ξεχνούν κάτι ουσιώδες: Την αποστροφή σημαντικού τμήματος εκλογέων προς αυτά. Η τάση για αποχή από τις κάλπες, εξακολουθεί να είναι έντονη. Το 42% που αρνήθηκε να προσέλθει σε αυτές στην αναμέτρηση  του 2019, είναι δείκτης απαξίωσης της πολιτικής τάξης.

Τα όπλα που χρησιμοποιούν κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι, αποδεικνύονται ατελέσφορα. Οι προεκλογικές παροχές, οι πελατειακές εξυπηρετήσεις, η ακατάσχετη υποσχεσιολογία, ακόμη και η μικροπολιτική, συνιστούν ψηφοθηρικές πρακτικές. Δεν μυρίζουν μόνο εκλογές. Αλλά επιστροφή σε καταδικασμένες μεθόδους επηρεασμού του εκλογικού σώματος. Με άλλα λόγια αποπνέουν παρελθόν. Πρόκειται για συνταγές που έχουν πρόσκαιρο αποτέλεσμα. Επιπροσθέτως, δεν διαμορφώνουν στέρεη και αμετάβλητη πολιτική κυριαρχία.

Η κυβερνητική ελαφρότητα είναι προφανής. Το ίδιο και η αντιπολιτευτική απολυτότητα.  Οι απόψεις που πρεσβεύουν  και κυρίως οι συμπεριφορές τους, βρίσκονται σε δυσαρμονία με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της σημερινής εποχής. Ο πολιτικός ανταγωνισμός τους δεν εδράζεται στα μείζονα προβλήματα της χώρας, αλλά σε ξεπερασμένους φορμαλισμούς, σε στείρες διαμάχες και σε αχρείαστους τακτικισμούς.

Τα διλλήματα της επικείμενης μάχης της κάλπης, τα οποία ήδη θέτουν συμπολίτευση και αντιπολίτευση, καθρεπτίζουν την αδυναμία τους να ακολουθήσουν μια στρατηγική θετικού προσδιορισμού. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επενδύει στη συντήρηση και αφύπνιση του αντί ΣΥΡΙΖΑ ρεύματος. Ο Αλέξης Τσίπρας επιδιώκει την αντιδεξιά συσπείρωση, προσβλέποντας στην ενεργοποίηση παλιών αντανακλαστικών. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρά τις αμφιθυμίες του, επιχειρεί μέσα σε αντίξοες συνθήκες να περάσει τις συμπληγάδες του διπολισμού ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ.

Πάντως και οι τρείς πρωταγωνιστές δεν θα κριθούν για τις προθέσεις τους. Αλλά από την δυνατότητά τους να πείσουν, ένα εξαιρετικά δύσκολο και δύσπιστο τμήμα του εκλογικού σώματος, ότι μπορούν να κάνουν τη διαφορά. Ωστόσο το μόνο βέβαιο είναι, ότι η επιδίωξη αυτή δεν επιτυγχάνεται με την προεκλογική παραζάλη.

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *