Σκίτσο του Δημήτρη Χαντζόπουλου Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (14/12/25)
Του Γιώργου Πανταγιά
Όλες οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις, μας φέρνουν αντιμέτωπους με τις ίδιες περίπου εικόνες. Τα σημάδια της παρακμής είναι κάτι παραπάνω από αισθητά. Η δημόσια ζωή βρίθει από την αίσθηση της ματαίωσης. Οι προσδοκίες αποδείχθηκαν φρούδες. Οι ψευδείς συνειδήσεις χάθηκαν στο νεφελώδη ορίζοντα.
Η επέλαση της αλήθειας αποκάλυψε τα πραγματικά μεγέθη των πρωταγωνιστών της πολιτικής. Η υπόστασή τους, αποπνέει κόπωση και αδυναμία. Η εμβέλεια της φωνή τους, συρρικνώθηκε. Τα κομμάτια και τα θρύψαλα είναι δικό τους έργο.
Περίκλειστοι στο μικρόκοσμό τους, αδυνατούν να αντιληφθούν το κοινωνικό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Ζώντας μέσα σε κυκεώνα ψευδαισθήσεων, είναι εύλογο να έχουν χάσει κάθε επαφή με τη ζώσα πραγματικότητα. Μολονότι με τις επικλήσεις τους εμφανίζονται ναυαγοσώστες, εντούτοις και οι ίδιοι παραδέρνονται στα κύματα του κοινωνικού αρχιπελάγους.
Ανεπίγνωστοι όντως, κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι επιδίδονται σε μάχες χαρακωμάτων, φέρνοντας στη σκέψη μου το στίχο του σπουδαίου ποιητή και τραγουδοποιού Διονύση Σαββόπουλου, «Μέσα από της βιτρίνας τα θρύψαλα ακούω τη φωνή τους». Μετά την οδυνηρή περιπέτεια της χρεοκοπίας και παρά τα τραύματα που προκάλεσε, η πλειονότητα των ανθρώπων ένιωσε μια ανάταση. Με άλλα λόγια πίστεψε, πως η αποκαλούμενη επιστροφή στην κανονικότητα δεν θα έφερνε μαζί της πρακτικές και αντιλήψεις που εξέθεσαν τον πολιτικό κόσμο, καταρρακώνοντας την αξιοπιστία και φερεγγυότητα του.
Παρόλα αυτά οι αναμονές και οι προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί διαψεύστηκαν, έγιναν φύλλο και φτερό. H αναλαμπή κράτησε λίγο. Το ίδιο και η αποκόλληση από τις συνήθειες του παρελθόντος. Αν εξαιρέσουμε την περίοδο του κoρωνοϊού, όπου η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδειξε χαρακτήρα, στη συνέχεια απείχε παρασάγγας από την αποτελεσματική διαχείριση. Ασφαλώς ισχυρό πλεονέκτημα στα πρώτα χρονιά της νεοδημοκρατικής διακυβέρνησης ήταν το αντιΣΥΡΙΖΑ κλίμα το οποίο λειτούργησε ως καύσιμο.
Όμως τα κελεύσματα της εξουσίας δεν άργησαν να εμφανιστούν, εγκλωβίζοντας στα δίχτυα τους τους κυβερνώντες. Ευάλωτοι όπως ήταν, νόμισαν ότι είναι παντοδύναμοι. Η αίσθηση αυτή τους οδήγησε σε πράξεις και ενέργειες που βρίσκονται στον αντίποδα των υποσχέσεων τους. Μάλιστα ανέδειξαν σε επιστήμη τη νόθευση των πολιτικών τους. Και το χειρότερο καταστρατήγησαν αυτονόητες και απαράβατες υποχρεώσεις. Κορυφαίο παράδειγμα η καταπάτηση των κανόνων του Κράτους Δικαίου, η χειραγώγηση και ποδηγέτηση των Ανεξάρτητων Αρχών, η έκρηξη κρουσμάτων διαφθοράς και αδιαφάνειας. Τα Τέμπη, οι υποκλοπές, ο ΟΠΕΚΕΠΕ, παραπέμπουν σε νοσηρή και ερεβώδη κατάσταση.
Την ίδια δε στιγμή οι διαχειριστικές τους επιδόσεις απομειώθηκαν. Η ελαφρότητα και η επιπολαιότητα υπερχειλίζουν. Ο τρόπος που αντιμετώπισαν οι κυβερνώντες την αμερικάνικη ενεργειακή κυριαρχία το πιστοποιεί. Δέσμιοι της βιοεξουσίας, δεν άργησαν να εμφανίσουν τα συμπτώματα της έπαρσης, της αλαζονείας ακόμη και της οίησης. Οι κεντροαριστερές μεταγραφές δεν άλλαξαν τους κυβερνητικούς προσανατολισμούς. Απλώς προσέφεραν συνέχεια στην πολιτική καριέρα των στελεχών, που μεταπήδησαν στο νεοδημοκρατικό σχήμα, αφομοιώνοντας τα πλήρως. Έτσι άλλωστε εξηγείται η ασθενική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Τα μαντάτα στο χώρο της αντιπολίτευσης, κάθε άλλο παρά ευχάριστα είναι. Το ΠΑΣΟΚ αυτοϋπονομεύεται. Η έλλειψη αυτοεκτίμησης το καθιστά ευάλωτο. Αντί να επενδύσει στη βαριά παρακαταθήκη του, την αντιμετωπίζει με επιφυλάξεις ακόμη και ενοχές. Αδυνατεί να αξιοποιήσει τον ιδεολογικοπολιτικό πλούτο που κουβαλά στις πλάτες του, με αποτέλεσμα να καταφεύγει σε ανούσια και ατελέσφορα στρατηγήματα.
Η απουσία μιας τολμηρής και ουσιαστικής ανατοποθέτησης στο νέο κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον, του στερεί τη δυνατότητα να δώσει τη μάχη για την ψυχή μιας σύγχρονης Κεντροαριστεράς. Πόσο μάλλον να ενσαρκώσει μια καινούρια Κινούσα Ιδέα, η οποία εύστοχα θα μπολιάζει τις προγραμματικές του θέσεις και προτάσεις, με νέες ιδέες, νέες προσεγγίσεις, νέα στρατηγική. Αλλά και θα το προστατεύει από επιζήμιους εσωκομματικούς ανταγωνισμούς, που επιτείνουν τη μιζέρια και την εσωστρέφεια. Αγνοεί πως η τωρινή του στασιμότητα δεν αντιμετωπίζεται με αντιμητσοτακικά ξόρκια. Ούτε με ανέμπνευστο πολιτικό λόγο.
Η αξία και η χρησιμότητα του ΠΑΣΟΚ είναι αναντικατάστατες. Αρκεί η ηγεσία του να επιδείξει την απαιτούμενη τόλμη. Όπως μας προειδοποιούσε ο Γκαίτε, «Αν χάσεις την περιουσία σου έχεις πρόβλημα. Αν χάσεις την αξία σου έχεις πάλι πρόβλημα. Όμως αν χάσεις την τόλμη σου τα έχασες όλα». Εξάλλου το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν ποτέ έρμαιο αριστερόστροφων ή δεξιόστροφων επιλογών ή εμμονών. Θεμελίωνε την αυθυπαρξία του, δίχως να το ζώνει κανένας φόβος. Και το κυριότερο δεν προέτασσε το αντιπολιτευτικό μένος, αλλά το κυβερνητικό κύρος. Εδώ ακριβώς κρίνεται και αξιολογείται ο Νίκος Ανδρουλάκης.
Από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ, ως προϊόν της χρεοκοπίας, σήμερα πνέει τα λοίσθια. Ουσιαστικά επιβεβαιώνει πως δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά ένα εφήμερο και πρόσκαιρο σχήμα. «Ύστερα από το φρικτό ναυάγιο και τον χαμό το πλοίο βουλιάζει τώρα » για να επικαλεστώ τον ποιητή Μανώλη Αναγνωστάκη. Τα απομεινάρια του, βιώνοντας μια ανεξέλεγκτη υπαρξιακή κρίση, επιδιώκουν την επιβίωσή τους, καλώντας τις άλλες αντιπολιτευτικές δυνάμεις σε ένα ενιαίο αντικυβερνητικό μέτωπο. Μέσα στην ανασφάλειά και στην αβεβαιότητά τους, δεν καταλαβαίνουν πως η συγκόλληση σπαραγμάτων παραπέμπει σε τουρλουμπούκι, επιτείνοντας τη συρρίκνωση τους.
Ο Αλέξης Τσίπρας, ο άλλοτε ηγήτορας του ΣΥΡΙΖΑ, διέγνωσε το τέλος του βιολογικού χρόνου του κόμματος του και επέλεξε να φύγει με τρανταχτό τρόπο, ρίχνοντας μαύρη πέτρα πίσω του. Δεν περιορίστηκε μόνο σ’ αυτό. Αλλά με έναν ισχυρό εμπτυσμό κατά των παλιών του συνοδοιπόρων, επιχειρεί μια δυναμική επιστροφή στην πολιτική σκηνή, προσπαθώντας να δείξει ότι τώρα πλέον είναι φορέας διαφορετικών πολιτικών. Το σίγουρο είναι πως η προσωπική, υπαρξιακή, ιδεολογικοπολιτική υπέρβαση που επιχειρεί, έχει και ψυχαναλυτική διάσταση. Μάλιστα συνδέεται με τις αδόκητες πλευρές του, διαρρηγνύοντας έτσι τις σχέσεις του με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αναμφίβολα η αναζήτηση νέας ταυτότητας από την πλευρά του πρώην Πρωθυπουργού είναι σύνθετο, απαιτητικό και εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. Δεν περιορίζεται σε ενέργειες καλλωπισμού. Ούτε σε νέες εννοιολογικές κατασκευές. Φαίνεται πως ο ίδιος πιστεύει στη θεώρηση του Μάρτιν Χάιντεγκερ, «Είμαστε ότι μπορούμε να εννοήσουμε». Παρόλα αυτά, η ανάκληση και η ερμηνεία του πολιτικού του βίου δεν προσφέρονται για εξωραϊσμούς, όπως πράττει με το βιβλίο του «Ιθάκη».
Τα πεπραγμένα και οι ευθύνες του, δεν διαγράφονται. Οι άτοπες βεβαιότητες και αξιολογήσεις του έργου του, δείχνουν τουλάχιστον ατολμία. Η μετακύλιση σε κάποιους υπουργούς, βουλευτές και στελέχη, των προβλημάτων που αντιμετώπισε κατά την Πρωθυπουργία του, δεν τον κολακεύει. Και αυτό γιατί εκείνος τους επέλεξε.
Ωστόσο όποια και αν είναι η εκτίμηση και η αξιολόγηση για τον Αλέξη Τσίπρα, το νέο εγχείρημα του, δημιουργεί αναπόφευκτα ρήγματα στη στασιμότητα και στην ακινησία που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό. Οι προοπτικές του, δεν είναι ακόμη προβλέψιμες, αφού δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί τα βασικά του χαρακτηριστικά.
Πάντως η αποκρυπτογράφηση των θεατών και αθέατων πλευρών της πολιτικής ζωής, σε καμιά περίπτωση δεν αναιρεί τη βαθιά φθορά και κρίση που τη διαπερνά. Οι πρωταγωνιστές της, δυσκολεύονται να αποτινάξουν από πάνω τους τους γερασμένους πολιτικούς φορμαλισμούς και τα αγκυλωμένα ιδεολογικά υποδείγματα.
Το βέβαιο είναι ότι η μετάβαση σε μια νέα εποχή, προϋποθέτει διαφορετικές πολιτικές επεξεργασίες, επαναχάραξη των ιδεολογικοπολιτικών ρευμάτων, θεμελίωση αφηγημάτων που θα εδράζονται στον πραγματισμό και προπαντός στη σύγχρονη σκέψη. Με μια φράση: χρειάζεται ένα νέο πολιτικό εποικοδόμημα. Πόσο μάλλον σήμερα που ο τραμπικός τυφώνας φέρνει τον κόσμο άνω κάτω, καταστρέφοντας τα πάντα. Άλλωστε η πολιτική σε πείσμα κάθε κομματικής γραφειοκρατίας παραμένει ζωντανή υπόθεση, είναι μια άσκηση για να κερδίσουμε τη μάχη με το μέλλον, στο οποίο για να μεταβούμε χρειάζονται νέα διαβατήρια, όπως συνήθιζε να λέει ο Κώστας Σημίτης.