Η ανάβαση στα βουνά της αλήθειας δεν είναι μάταιη, μάς μάθαινε διαρκώς ο Μανώλης Γλέζος.
Γνώριζε τις διαψεύσεις, δεν τις αρνιόταν. Όμως αντέτεινε τη δική του ουτοπία. Πίστευε ότι ο κόσμος δεν είναι στατικός. Αλλά και ότι το καπιταλιστικό σύστημα αντιστρατεύεται την ανθρώπινη ύπαρξη. Παρ’ όλα αυτά προέκρινε τον ρεαλισμό.
Θεωρούσε πως από τις μικρές αλλαγές θα έρθουν οι μεγάλες. Έτσι συντάχθηκε με το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου στις εκλογές του 1981. Ήταν γι’ αυτόν η μεγάλη στιγμή της Αλλαγής.
Αντέδρασε και αποστασιοποιήθηκε όταν διαπίστωσε ότι η εξουσία χωρίς αρχές και αξίες -όπως έλεγε- φθείρει και διαφθείρει. Επέλεξε τον δρόμο της απόδρασης, πηγαίνοντας στην Απείρανθο. Προσπάθησε να κάνει εργαστήρι την άμεση Δημοκρατία. Το πείραμά του δεν βρήκε την ανταπόκριση που ήθελε. Έστρεψε, λοιπόν, τον ενδιαφέρον του σε άλλα ζητήματα. Όπως το πάθος του για τη Γεωλογία.
Κατά την πρόσφατη οικονομική κρίση πίστευε ότι το τσουνάμι της μπορεί να αποτραπεί αν η Ελλάδα επέμενε στην επαναδιαπραγμάτευση των μνημονίων. Έτσι συμπαρατάχθηκε με τον Αλέξη Τσίπρα. Η ματαίωση των προσμονών του, ωστόσο, τον οδήγησε στη διάρρηξη των σχέσεών του με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ανυπόταχτος πάντα, δεν μπορούσε να συμφιλιωθεί με τον κυνισμό και την ιδιοτέλεια της πολιτικής. Οι προσδοκίες του, οι ανησυχίες του, οι αναζητήσεις, τον έτρεφαν. Του γέμιζαν τις μπαταρίες της αμφισβήτησης.
Παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Μπρεχτ, έκανε πολιτική για να μην πεθάνει. Έτσι αντιστεκόταν στην αδιάκοπη μάχη με τον χρόνο.
Τις πολύχρονες φυλακίσεις, τις εξορίες, τις εκτοπίσεις, τις θανατικές ποινές, τις καταδίκες, τις άντεξε γιατί μετάγγιζε τη συνείδησή του με την ελευθερία – την αξιοπρέπεια της ανθρώπινης ύπαρξης.
Ο άνθρωπος που κατέβασε τη σβάστικα από τον βράχο της Ακρόπολης ενσάρκωσε την πιο μεγαλειώδη και κορυφαία στιγμή του αγώνα κατά του ναζισμού.
Ο «τελευταίος παρτιζάνος», όπως τον είχε αποκαλέσει ο στρατηγός Ντε Γκωλ, έφυγε πλήρης ημερών και αγώνων.
Το αποτύπωμά του στη νεότερη Ιστορία αποτελεί φάρο θάρρους και τόλμης, πίστης και αγωνιστικότητας, αμφιβολίας και αναζήτησης.
Το μεγαλείο της ψυχής του Μανώλη Γλέζου μάς γνέφει να υποκλιθούμε σιωπηλοί μπροστά στο μειλίχιο, σοφό και απαράμιλλο ήθος του.