Νερό στον μύλο των κατηγόρων της πολιτικής

Εφημερίδα Η Αξία
19 Ιανουαρίου 2013

Η διαβόητη λίστα Λαγκάρντ έφερε για πολλές ημέρες τον Ευάγγελο  Βενιζέλο στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος. Ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασε στις κατηγορίες που του καταλόγισαν οι κομματικοί του αντίπαλοι ήταν χαρακτηριστικός.
Οργάνωσε τις πολιτικές του άμυνες αξιοποιώντας τη θεσμική ιδιότητα του προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Απέδωσε στους κατηγόρους του ανομολόγητες επιδιώξεις, εντάσσοντάς τες σε ένα ευρύτερο σχέδιο που σκοπό έχει να πλήξει τόσο το κόμμα του όσο και την κυβέρνηση, στην οποία τυγχάνει πολιτικός εταίρος. Παράλληλα, ενοχοποίησε τον ΣΥΡΙΖΑ για ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής, προσπαθώντας στην ουσία να συγκαλύψει τις δικές του ευθύνες για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε ως υπουργός Οικονομικών την υπόθεση της λίστας.
Η προσπάθειά του αυτή, αναμφίβολα, σε έναν βαθμό ήταν εύστοχη και αποτελεσματική για τον ίδιο, γιατί μετέφερε τη συζήτηση στο επίπεδο της πολιτικής αντιπαράθεσης, ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε ερωτηματικά για τις πραγματικές προθέσεις των αντιπάλων του.
Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι η εμπλοκή του σε όλη αυτή τη ζοφερή κατάσταση προκάλεσε ισχυρές αμυχές στη δημόσια εικόνα του, σε μια στιγμή που η πλειονότητα της κοινής γνώμης εγείρει σοβαρές επιφυλάξεις για την αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα της υπάρχουσας πολιτικής τάξης.
Η κρίση και η χρεοκοπία ανέδειξαν τις σκοτεινές πλευρές της πολιτικής, καθιστώντας τους εκπροσώπους της ευάλωτους. Οι επικίνδυνες εξισώσεις και οι συμψηφισμοί είναι στην ημερήσια διάταξη. Σ’ αυτό έχει συμβάλει σημαντικά και ο υφέρπων λαϊκισμός, αριστερής και δεξιάς απόχρωσης.
Όπως δείχνουν όλες οι έρευνες της κοινής γνώμης, πολλαπλασιάζονται οι πολίτες που θεωρούν τους πολιτικούς επιρρεπείς στη συναλλαγή και τη διαφθορά. Που τους αντιμετωπίζουν ως πρόσωπα χωρίς καμία αναστολή και ενδοιασμό, ενώ για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι να εξυπηρετήσουν τους ιδιοτελείς σκοπούς τους.
Ως εκ τούτου, το μείζον πρόβλημα με τη λίστα Λαγκάρντ δεν είναι το πού αρχίζουν και πού τελειώνουν οι ποινικές ευθύνες Παπακωνσταντίνου και οι πολιτικές ευθύνες Βενιζέλου, αλλά η περαιτέρω ενίσχυση του κλίματος αμφιβολίας και καχυποψίας που έχει καλλιεργηθεί εις βάρος της πολιτικής και των εκπροσώπων της.
Μια κοινωνία που συνεχώς «βομβαρδίζεται» από καταγγελίες για υπαρκτά και ανύπαρκτα σκάνδαλα, δεν είναι φυσικό να άρει την εμπιστοσύνη της από την πολιτική και τα κόμματα; Μολονότι την αυτονόητη αυτή αλήθεια αντιλαμβάνονται οι πάντες, συνεχίζουν να προσκολλώνται στο πρόσκαιρο και στο εφήμερο, ξεχνώντας το μακροπρόθεσμο και το ουσιώδες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε τη λίστα Λαγκάρντ ως μια μεγάλη ευκαιρία να… αποτελειώσει το ΠΑΣΟΚ και την ηγεσία του, το οποίο έτσι κι αλλιώς πολιτικά έχει λεηλατήσει.
Το ΠΑΣΟΚ, και προσωπικά ο πρόεδρός του, εκμεταλλευόμενο μια κακότεχνη μεθόδευση ποινικοποίησης της πολιτικής ζωής, πίστεψε ότι μπορεί να εκθέσει ανεπανόρθωτα το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μάλιστα, προκειμένου να αφυπνίσει φορτισμένες μνήμες, επανέφερε στην πολιτική ζωή το περιβόητο βρόμικο ’89.
Το συμπέρασμα που αβίαστα βγαίνει είναι ότι, για άλλη μια φορά, και οι μεν και οι δε φέρνουν το παρελθόν στο παρόν. Φυσική συνέπεια είναι να δηλητηριάζουν περαιτέρω την πολιτική ζωή του τόπου, ενισχύοντας τις υποψίες και τις αμφιβολίες της κοινής γνώμης για την αξιοπιστία και φερεγγυότητα της πολιτικής και των κομμάτων.
Μπορεί στο μίκρο επίπεδο ο κος Βενιζέλος να κέρδισε τις εντυπώσεις εις βάρος του κ. Τσίπρα, το πρόβλημα όμως είναι ότι και οι δύο με την τακτική που ακολούθησαν έριξαν νερό στο μύλο των κατηγόρων της πολιτικής. Βέβαια, προηγουμένως είχαν φροντίσει για αυτό και όσοι με τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους –αν δεν κατέφυγαν σε μεθοδεύσεις- αντιμετώπισαν τη λίστα Λαγκάρντ με πρωτοφανή ελαφρότητα, επιπολαιότητα και ανικανότητα.
Πάντως η κρίση και η απαξίωση της πολιτικής δεν οφείλεται μόνο στα κρούσματα της διαφθοράς. Για πολλά χρόνια οι ίδιοι οι φορείς της, θέλοντας να είναι αρεστοί στους πολίτες, αποσιωπούσαν την ατομική τους ευθύνη. Υιοθετούσαν με ευκολία τους γενικούς αφορισμούς και τον καταγγελτικό λόγο. Για όλα έφταιγαν οι άλλοι, το απρόσωπο κράτος, τα κακά κόμματα, ο σκληρός καπιταλισμός, τα συμφέροντα των ξένων δυνάμεων.
Στην άρση της ατομικής ευθύνης σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η ίδια η Αριστερά, η οποία, εξαιτίας των ιδεοληψιών της, αρέσκονταν στις γενικόλογες διακηρύξεις. Με αυτόν τον τρόπο οι ευθύνες μετακυλίστηκαν στους πολιτικούς και στα κόμματα.
Το μοτίβο ήταν ένα και μοναδικό: Για όλα φταίνε οι άλλοι. Δεν είναι καθόλου τυχαίο σήμερα να βλέπουμε το αντισυστημικό ρεύμα να το καρπώνονται οι δυνάμεις του νεοφασισμού και του ακραίου λαϊκισμού.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *